Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Παρ' ολίγον να γίνουμε..."AFTER" , Τσάκι Τσαν!


Ξενέρωσε Δευτέρα και σήμερα...υπέροχα!

Όχι, δεν γκρινιάζω μωρέ, απλώς οι Δευτέρες είναι μυστήριες...μέχρι το μεσημέρι,τουλάχιστον, μετά σαν να τις συνηθίζω κάπως και δεν μ' ενοχλούν τόσο.
Σήμερα είχα, επιπλέον, στο νού μου απο το πρωί να πάω στην τράπεζα.
Ποτέ δεν ήμουν φίλη με τις τράπεζες, τώρα τελευταία όμως η αλλεργία αυξάνεται και εξαπλώνεται.
Φυσικό και επόμενο θα μου πεις...είναι ο Νο1 εχθρός!
Καλά, εγω το καθυστερημένο ενοίκιο ήθελα να καταθέσω, οπότε κατα το μεσημέρι, καμιά ώρα πριν κλείσουν δηλαδή, είπα να πάω κατά εκεί.

Η οδός που μένω στους εξωτικούς Αμπελόκηπους έχει θέμα..δρόμος διπλής κατεύθυνσης, διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα, πολλά κάθετα στενά και οι οδηγοί, ειδικά τον τελευταίο καιρό, στην κοσμάρα τους. Άλλος βιάζεται, άλλος βαριέται, άλλος χαζεύει, άλλος είναι μπουρινιασμένος...τα γνωστά , αλλά πιο ενισχυμένα.

Βγαίνω λοιπόν να πάω στο ευαγές ίδρυμα, να ξεμπερδέψω επιτέλους, αλλά υπολόγιζα ελαφρώς λάθος, όσον αφορά το ρήμα "ξεμπερδεύω" ή καλύτερα κάποιος ήθελε να με ..."ξεμπερδέψει" και να μ' απαλλάξει απο κόπους και βάσανα κι εγώ δεν είχα ιδέα!

Προχωράω στο πεζοδρόμιο, ολα καλά κι ωραία, βγαίνω σ' ενα κάθετο στενό, βλέπω αρκετά μακριά ενα αυτοκίνητο, "μια χαρά προλαβαίνω" σκέφτομαι και κάνω να διασχίσω το στενό ανοίγοντας το βήμα και κοιτώντας προς το ερχόμενο αυτοκίνητο.

Προφανώς το ίδιο πράγμα σκέφτηκε και ο οδηγός του γυαλιστερού μαύρου αυτοκινήτου. και άνοιξε το γκάζι βρίσκοντας με, σχεδόν,στη μέση του δρόμου να κοιτάω το...κούριερ του Χάρου με τα μάτια μου!

Δεν ξέρω αν η ζωή περνά μπροστά απο τα μάτια του υποψήφιου θύματος, πάντως εγω δεν πρόλαβα να δω και πολλά, εκτός απο το αυτοκίνητο που ήρθε και φρενάρισε μανιασμένα μπροστά μου, έτοιμο κιόλας για την..."παραλαβή μου", αν με άφηνε σέκο!

Μια μαύρη και γυαλιστερή νεκροφόρα μπροστά μου κι εγώ μαρμαρωμένη!


Εχω παγώσει στη μέση του δρόμου και δεν μπορώ να κάνω ούτε μπροστά, ούτε πίσω...το πιο περίεργο απ' ολα είναι πως εκείνη την ώρα σκέφτομαι τον τίτλο του τραγουδιού του Μ. Ρασούλη "Τι γυρεύεις μες την Κίνα Τσάκι Τσαν" μη με ρωτάτε γιατί, δεν έχω ιδέα!

Συνέρχομαι, δεν ξέρω πότε, πόσο μετά απο τα έντονα κορναρίσματα που, ω του θαύματος, προέρχονται απο την θανατερή λιμουζίνα εμπρός μου και τότε είναι που αρχίζουν τα μάτια μου να γυρνάνε σαν του κουλοχέρη τα φρουτάκια!
Ο οδηγός που παραλίγο να με κάνει μακαρίτισσα-είχα βάλει σοβαρή υποψηφιότητα για πτώμα βλέπεις και δεν το ξερα- μου φωνάζει μέσα απ' τ' αυτοκίνητο και κουνάει τα χέρια του να φύγω απο τη μέση του δρόμου!!!

Ξεσκαλώνω απο το πάγωμα και τον...Τσάκι Τσαν και βρίσκομαι δίπλα στο τζάμι του οδηγού...το χτυπάω, δεν ξερω αν χρύπησα δυνατά, αλλά άνοιξε απότομα.

Πάρα πολύ ψύχραιμα ακούω τη φωνή μου να ρωτάει τον οδηγό :

-Ελεύθερος;
-Γιατί;
-Γιατί αναρωτιέμαι αν βγήκες για άγρα πελατών! Γι' αυτό! Τι έγινε, έπεσε ανταγωνισμός στα πεθαμενατζίδικα και κυνηγάμε τους..."πελάτες" στο δρόμο μεσημεριάτικα;
Ταυτοχρόνως ρίχνω μια ματιά στο ειδικά διαμορφωμένο-άραγε πόσα λίτρα να ναι;-πορτ μπαγκάζ και βλέπω πως υπάρχει "πελάτης ".
Υπέροχα...τον σκότωσε μόνος του ή να πήγε απο φυσικά αίτια άραγε;
-Όπως βλέπεις , μου λεει ο τύπος, έχω κηδεία και βιάζομαι!
-Γιατί βιάζεσαι; Έχεις κλείσει συγκεκριμένο ραντεβού στον άνθρωπο πίσω με τον Αγ.Πέτρο και φοβάσαι μην τον στήσει ή μήπως έχεις σκοτώσει κανέναν παρακάτω και βιάζεσαι μην τον προλάβει άλλος;



Δεν μου απάντησε....αλλά αφού ξελαμπικάρισα για τα καλά...είδα πίσω κανα δυο αυτοκίνητα να περιμένουν βουβά με μαυροντυμένους μέσα, συμπέρανα πως, πολύ πιθανόν να είναι οι συγγενείς του εκλιπόντα και δεν άντεχα να κάνω ή να πω τίποτα παραπάνω.

-Να φύγω; με ρωτάει ο οδηγός
-Εχε χάρη, του απαντάω, που έχεις άνθρωπο μέσα, αλλιώς θα σου λεγα! Και κοίτα να το βιδώνεις το.." πίσω κάθισμα" γιατί έτσι όπως οδηγείς, στο τέλος θα σε βρεί ο... θάνατος πισώπλατα! Πολύ θέλει νομ'ιζεις να αποκτήσεις συνοδηγό αντί.. πελάτη;

Χάλια....

Άναψα ένα τσιγάρο κι έκατσα σε κάτι σκαλιά να μου περάσει το τρέμουλο και οι διάφορες σκέψεις...ήμουν κοντά στην τράπεζα πλέον και συνέχισα με προορισμό το ίδρυμα...

Στην ουρά καθώς ήμουν-μιας και εξυπηρετούσε ενα ταμείο μόνο και ολίγον στον κόσμο μου-ακούω μια φωνή πίσω μου να μου λέει;

-Είναι η σειρά σας, θα προχωρήσετε;

Γυρίζω και βλέπω εναν παπά που περίμενε πίσω μου να μου χαμογελάει!

-Βαλτός είστε πάτερ; του απαντάω και κατευθύνομαι προς το ταμείο. κοιτά να δεις...και παπά πρόχειρο είχαμε, σκέφτηκα και μ' έπιασε ένα απίστευτο νευρικό γέλιο όταν η υπάλληλος με ρώτησε "αιτιολογία κατάθεσης";;

"Κατάθεση ενοικίου μόνιμης κατοικίας" της απάντησα, αλλά δε φάνηκε να το κατάλαβε, ευτυχώς!


Ρε διάολε...μεσημεριάτικα ..."ευτυχώς που δεν πάθαμε τίποτα" :-)))




Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Τικ τακ τικ τακ τικ τακ τικ τακτικ τακ τικ τακ....



Στον επόμενο πόνο.......η ώρα θα είναι.... πολύ άργά......

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Μια μέρα ηλιόλουστη...σαν Κυριακή ....



Αύριο;
Αυριο τι;
Ε, θα κατέβεις;
Μα...είναι ερώτηση τώρα αυτή; Εννοείται πως ναι!
Και δε φοβάσαι;
Το να μείνω σπίτι με φοβίζει περισσότερο..
Κι αν συμβεί κάτι; Αν πάθεις τίποτα;
Αν μείνω σπίτι και δεν κατέβω, θα συμβούν περισσότερα και φοβερότερα...
Και δηλαδή θα είστε πολλοί εκεί;
Χιλιάδες...μπορεί και παραπάνω...
Πες μου πως αν συμβεί κάτι άσχημο θα φύγεις!
Σκοπός είναι ο,τι και να γίνει να μη φύγει κανείς! Εκεί πρέπει να μείνουμε όλοι...για όσο χρειαστεί..αν φύγουμε, τι νόημα θα χει;
Ναι , εντάξει, αλλά αν...
Κοίτα...δεν μου αρέσει να σκέφτομαι έτσι, το ξέρεις. Αν...αν...δέκα χιλιάδες "αν"...δεν πάμε πουθενά έτσι...
Ναι αλλά εσύ δεν σκέφτεσαι ούτε ένα τέτοιο "αν";
Σκέφτομαι...
Και;
Σκέφτομαι τι όμορφα που θα είναι μετά...σκέφτομαι πάντα τον κόσμο να χαμογελά και τη μέρα λαμπερή και ηλιόλουστη, σκέφτομαι μικρά παιδιά με μπάλες πολύχρωμες και μπαλόνια στα χέρια να τρέχουν πάνω στο πράσινο γρασίδι γελώντας και παίζοντας! Ακούω ξέγνοιαστες φωνές ανθρώπων, γέλια παιδικά και καλέσματα φίλων...
Και συ που είσαι;
Εκεί είμαι και γω...τα παρακολουθώ όλα και χαμογελάω στη χαρά τους, χαίρομαι όπως την Άνοιξη, μια μέρα ηλιόλουστη σαν... Κυριακή...και δε φοβάμαι τίποτα πια!

Θα κατέβεις δηλαδή ε;

Ναι...και με την πρώτη ευκαιρία, θα έρθω να σου πω τι έγινε, θα σ' αγκαλιάσω και θα σου πω, πως..."Νικήσαμε"!
:-)

(Χαρισμένο με την αγάπη μου στις ανιψιές μου Στέλλα και Βάσω)

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Εννιά χρόνια μετά...


Τρεις Φεβρουαρίου...

Περίμενε το τηλέφωνο δυο μέρες τώρα να χτυπήσει...θα πήγαινε να τον δει. Χαμογελούσε στη σκέψη, γιατί την τελευταία φορά τον είχε ακούσει ευδιάθετο...κι αφού αυτός ήταν ευδιάθετος χαιρόταν κι εκείνη.
Ένας ο πόνος, δυο οι άνθρωποι, μια η αλήθεια, κάποιος γνώριζε, δυο αγνοούσαν και χαιρόντουσαν με ο,τιδήποτε, σαν να μην υπήρχε κανένα πρόβλημα.

Και το τηλέφωνο δεν χτυπούσε... Ξημέρωνε Δευτέρα....

Μην αντέχοντας άλλο την αναμονή, τον πήρε τηλέφωνο πρώτη. Χτυπούσε και κανείς δεν απαντούσε.

Υπό άλλες συνθήκες δεν θ' ανησυχούσε. Τώρα όμως την έζωσαν τα μαύρα φίδια...αποφάσισε να ξαναπάρει, στο κινητό αυτή τη φορά.
Δεν το σήκωσε ο ίδιος, αλλά τον άκουσε...δεν πίστευε ο,τι άκουσε απο απόσταση στο τηλέφωνο, αλλά το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να βρεί πτήση.

Έψαξε και βρήκε.

Ξεκίνησε να φτιάχνει τη βαλίτσα της και συνειδητοποίησε πως διάλεγε μόνο μαύρα ρούχα .
Αυτή η ξαφνική συνειδητοποίηση την έκανε να πετάξει τα ρούχα απέναντι, όπως τα κρατούσε στα χέρια της και να μείνει κάποια ώρα-άγνωστο το χρονικό διάστημα-μέσα στην ημιφωτισμένη κρεβατοκάμαρα, ακίνητη μπροστά στη βαλίτσα που έχασκε εμπρός της βαρυπενθούσα.

Είναι ποτέ δυνατόν; Αποκλείεται, όχι, όχι, όλα θα πάνε καλά!

Προσπάθησε ν' "ακούσει" τους χτύπους της καρδιάς της όταν έκανε την παραπάνω σκέψη, αλλά εκείνη δεν της έδωσε απάντηση ή μάλλον της έδωσε, αλλά δεν ήθελε να την πιστέψει! Αυτό το κόλπο με τους χτύπους της καρδιάς το έκανε απο μικρό παιδί και ήξερε πως δεν λαθεύουν οι απαντήσεις που δίνει.

Οχι!

Δεν θυμάται πότε τέλειωσε με την βαλίτσα και το ραντεβού με το ταξί, θυμάται μόνο την ημιφωτισμένη κάμαρα και την δυσοίωνη ατμόσφαιρα. Πηχτός αέρας και παγωμένη ησυχία.
Ξάπλωσε να κοιμηθεί ...η πτήση ήταν σχετικά νωρίς, την επόμενη μέρα.

Δεν τα κατάφερε.



Στριφογυρνούσε, δεν μπορούσε πουθενά να βρεί μια στάλα ηρεμίας και το λίγο που κοιμόταν έβλεπε μια πηχτή μαυρίλα κι αυτή μαύρη και η ίδια, να κολυμπάει μες το μαύρο, κάποιος να της μιλάει, να μην το βλέπει, να μην μπορεί ν' ακούσει καθαρά τι της λέει και πάλι από την αρχή.

Όχι... Αποκλείεται! Όχι!

Ξημέρωνε Τρίτη 4 Φεβρουαρίου...

Όταν έφτασε στο αεροδρόμιο έκανε τα διαδικαστικά και μπήκε στην αίθουσα αναμονής, πήρε τηλέφωνο την αδερφή του να μάθει νέα. Την πήρε στη δουλειά της, αλλά κανείς δεν το σήκωσε.
Μπορεί να είναι μέσα με τα παιδιά και να μην τ' ακούει, σκέφτηκε και σχημάτισε άλλον αριθμό, κινητού τηλεφώνου... αυτή τη φορά...το σήκωσε.....

Είναι καλά;
Έφυγε το ξημέρωμα γύρω στη μια...έφυγε.....! Ήταν μόλις τριάντα τριών χρονών ...



Σηκώνει το βλέμμα και οι συγγενείς μπαίνουν στην αίθουσα...δεν ξέρει τι να πει, δεν σκέφτεται ακριβώς, νομίζει πως είναι όνειρο κακό και όπου να ναι θα ξυπνήσει, σαν ταινία η ζωή της ξετυλίγεται, γοργό κουβάρι, μπροστά στα μάτια της , αγκαλιάζει και αγκαλιάζεται απο οικεία πρόσωπα, μα δεν είναι αυτή η ίδια εκεί, είναι σαν να την παρακολουθεί ο εαυτός της απο ψηλά και αυτή είναι κάποια άλλη....

Κατά την πτήση παρατηρούσε τα όμορφα σύννεφα και έπιασε να του διηγείται, τα χρώματα, τα σχήματα, όλα όσα έβλεπε, του μιλούσε διαρκώς, μα δεν τον έβλεπε....



Όταν αντίκρυσε το χαμογελαστό του πρόσωπο, θυμήθηκε τα λόγια της τελευταίας τους συνάντησης...

"Αύριο, μεθαύριο μπορεί να φύγω"της είχε πει, και είμαι τριάντα τριών...ξέρεις όμως κάτι;
Δε στεναχωριέμαι, γιατί ζήσαμε τόσα πολλά και τόσο όμορφα πράγματα όλον αυτό τον καιρό!
Δε με νοιάζει λοιπόν, που θα φύγω, αν θα φύγω, γιατί έζησα μια γεμάτη ζωή μέχρι τώρα και είμαι ευτυχισμένος!

Κι αυτό που της είπε, εκείνη, δεν το ξέχασε ποτέ!


Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Σαν τα χιόνια....!


Πέρασε ενας χρόνος σχεδόν χωρίς καμιά παρουσια εδω.. πραγματικά δεν θέλω κάν να σκέφτομαι τι μπορεί να φέρει μια ώρα όταν συλλογιστώ τι έφερε ο χρόνος που πέρασε...πιο πολλά πήρε, παρά που έφερε τελικά.

Δεν είμαι συνηθισμένη να κάνω απολογισμούς. Οπότε αυτή η πρώτη ανάρτηση του '12 δεν μπορεί να είναι τέτοιου ύφους.

Να πιάσω λες το νήμα απο εκεί που το άφησα; Χμμμ...ούτε αυτό γίνεται...το νήμα κόπηκε, το κουβάρι είναι μεγάλο ακόμα βέβαια, δεν θα με δυσκολέψει στην περιήγηση...ο,τι έφυγε και πέταξε μακριά αυτό το διάστημα ανήκει στη μνήμη και στη νοσταλγία, στην αφή-που θυμάται- και στην όσφρηση.
Καμιά φορά αναρωτιέμαι γιατί απ' όλες μου τις αισθήσεις αυτή είναι η πιο ευαίσθητη...τόσο ευαίσθητη, που πρώτα οσφραίνομαι το ο,τιδήποτε μετά το βλέπω...ταυτόχρονα δε το νιώθω και κατά συνέπεια η μυρωδιά μπορεί να μου ξυπνήσει μνήμες, γεύσεις, εικόνες και πάει λέγοντας.



Θυμήθηκα κι ένα περιστατικό τώρα ...τους πρώτους μήνες που είχα κατέβει Αθήνα απο Θεσσαλονίκη, άσχετη απο την πόλη και τους δρόμους της-ακόμα είμαι, αλλά σε μικρότερο βαθμό-είμαι μέσα στο αυτοκίνητο του φίλου μου στη θέση του συνοδηγού...πολύ κουρασμένη καθώς ήμουν με πήρε ο ύπνος. Κάποια στιγμή μισοκοιμισμένη τον ρωτάω:
"Στην Αχαρνών είμαστε";
"Ναι" μου απαντάει "πως το κατάλαβες ρε κουτάβι, αφού κοιμάσαι ώρα τώρα! Χαμπάρι δεν παίρνεις"!
"Το μύρισα"....του απαντώ...είχα ξαναπεράσει άλλη μια φορά απο κει και είχε καταχωρηθεί φαίνεται.

Τελικά αυτή η ανάρτηση μοιάζει λίγο να πάσχει απο κάποιου είδους αγκύλωση...με μια μικρή φυσικοθεραπεία θα συνέλθει-αυτή οχι αλλά οι υπόλοιπες.

Είναι και τα τηλέφωνα που διακόπτουν το ειρμό...ίσως πάλι να φταίνε και τα..."αγριογούρουνα που έφαγαν κάτι αηδίες"....επανήλθα πάντως, τακτική πολύ δεν θα μαι αλλά ούτε και εξαφανισμένη.

Στην αρχή σκεφτόμουν να τη χαρίσω αυτή την ανάρτηση σε κάποιον...επειδή αυτός ο κάποιος όμως μου χει χαρίσει πολύ ομορφότερα συναισθήματα με τα γραπτά του, ντρέπομαι να του δώσω κάτι που θεωρώ λειψό.

Μια από τις επόμενες θα ναι δική του...

Καλώς σας βρήκα αδέρφια-σαν τα χιόνια εεε; ;-)

Φιλιά διαγωνίως